πετηλίας

πετηλίας
ὁ, Α
είδος καβουριού με ανοιχτές χηλές.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Η λ., κατά μία άποψη, συνδέεται με το ρ. πέτομαι «πετώ», οπότε θα είχε τη σημ. «είδος καβουριού που πετά». Κατ' άλλη όμως άποψη, η λ. πετηλίας σημαίνει «μεγάλος» και συνδέεται με τον τ. πατελίς «είδος μαλακού οστράκου», ο οποίος κατά την άποψη αυτή θα πρέπει να προέρχεται από παραφθορά ενός τ. *πεταλίς, αμάρτυρου στην Αρχαία. Στην περίπτωση αυτή, η λ. πετηλίας θα πρέπει να συνδέεται με τα πέταλον, πετάννυμι «εκτείνω, απλώνω»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • πετηλία — πετηλίᾱ , πετηλίας crab masc nom/voc/acc dual πετηλίας crab masc voc sg πετηλίᾱ , πετηλίας crab masc voc sg (attic) πετηλίᾱ , πετηλίας crab masc gen sg (doric aeolic) πετηλίας crab masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πετηλίαν — πετηλίᾱν , πετηλίας crab masc acc sg (attic epic doric aeolic) πετηλίας crab masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πετίλια — (Petilia). Κωμόπολη της Ιταλίας (;;; κάτ.). Βρίσκεται στην επαρχία του Κατατζάρο. Η κωμόπολη λεγόταν ως το 1863 Πολύκαστρο ονομασία που την όφειλε στη βυζαντινή κατοχή της περιοχής. Η νέα ονομασία της οφείλεται στο γεγονός ότι το βυζαντινό… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”